Άρθρα
Παιδεία, αρρένα αντιπαράθεσεων ή πεδίο συνθέσεων; Άρθρο του Δημήτρη Κωνσταντόπουλου
Λεπτομέρειες- Λεπτομέρειες
- Δημοσιεύτηκε στις Τετάρτη, 07 Ιουνίου 2017 08:43
Παιδεία, αρρένα αντιπαράθεσεων ή πεδίο συνθέσεων;
Οι μεταρρυθμίσεις στην Παιδεία έχουν αποδειχθεί σε όλες τις χώρες οι πιο δύσκολες, οι πιο χρονοβόρες, αυτές που εγείρουν τις περισσότερες αντιπαραθέσεις και τούτο διότι κρίνονται ως οι πιο καθοριστικές, καθώς συνδέονται τόσο με το μοντέλο ανάπτυξης που υιοθετεί μια χώρα, όσο και με την εθνική ταυτότητα και εικόνα. Στο πλαίσιο αυτό, οι άνθρωποι, που λογίζονται ως ενδογενείς πόροι, είναι το διανοητικό κεφάλαιο μιας χώρας. Γι’ αυτό και η επένδυση στην Παιδεία αποτελεί επένδυση στο μέλλον δεδομένου ότι αποτελεί βασικό πυλώνα ανάπτυξης. Ο χαρακτήρας, λοιπόν, και η δομή του εκπαιδευτικού συστήματος διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο.
Σε δημόσιο διάλογο έχουν τεθεί πολλές φορές μεταρρυθμίσεις κι έχουν γίνει εκτενείς συζητήσεις για το ποιες πρέπει να είναι οι αλλαγές που θα αναμορφώσουν και θα εκσυγχρονίσουν το εκπαιδευτικό σύστημα. Η συνεχής, ωστόσο, μεταρρυθμιστική προσπάθεια έχει φέρει τα αντίθετα αποτελέσματα. Διότι, η εκάστοτε κυβέρνηση με τον καθ’ύλην αρμόδιο υπουργό επιχειρεί να αφήσει το στίγμα της είτε αλλάζοντας άρδην τον προσανατολισμό της εκπαιδευτικής πολιτικής είτε επιφέροντας ουσιαστικές αλλαγές που ακυρώνουν στην πραγματικότητα κάθε προηγούμενη μεταρρύθμιση. Το αποτέλεσμα είναι να χάνεται οιοδήποτε όραμα και να μην εμπεδώνεται στο συλλογικό υποσυνείδητο της κοινωνίας ότι η παιδεία αποτελεί βασική προϋπόθεση της ανάπτυξης.
Η πρότασή μου είναι ξεκάθαρη. Η συνέχεια της εκπαιδευτικής πολιτικής θα πρέπει να αποτελεί πολιτική απόφαση και επιλογή, καθώς δεν κρινόμαστε για όσα κληρονομήσαμε, αλλά για όσα θα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές. Είναι κοινό το αίσθημα ότι οι μεταρρυθμίσεις για να μπορέσουν να υλοποιηθούν χρειάζεται πρώτον, να απολαμβάνουν τη συναίνεση της κοινωνίας και δεύτερον, χρόνο για να μπορέσουν να παράξουν αποτελέσματα. Αυτό που συμβαίνει στη χώρα μας που διαρκώς είμαστε δέσμιοι μιας μεταρρυθμιστικής πρωτοβουλίας η οποία εγκλωβίζεται σε βραχυπρόθεσμους στόχους και δεν αφήνει τις μεταρρυθμίσεις που έχουν γίνει να ωριμάσουν και να αποδώσουν, δημιουργεί αντί να επιλύει τα προβλήματα που υπάρχουν στον χώρο. Το καλύτερο σύστημα είναι αυτό που σέβεται ο πολίτης. Ο σεβασμός μπορεί να διασφαλιστεί εάν ο πολίτης κατανοήσει ότι η εκπαίδευση που παίρνει ή δίνει στο παιδί του συνδέεται με κοινωνική κινητικότητα, πρόοδο και ευημερία. Το βίωμα αυτό, ωστόσο, μπορεί να δημιουργηθεί εάν εγγραφεί στη συλλογική συνείδηση ότι η παιδεία είναι ανοιχτή και δημόσια για όλους και ότι η ποιότητά της δεν συναρτάται με την κοινωνική ή οικονομική κατάσταση του καθενός. Είναι δεδομένη για όλους. Αυτό για να το πετύχουμε χρειάζεται χρόνος.
Στην κατεύθυνση αυτή η ολιστική προσέγγιση στις μεταρρυθμίσεις είναι απαραίτητη. Να πάρουν μια κοινή απόφαση όλα τα δημοκρατικά κόμματα να συγκροτήσουν μια διακομματική επιτροπή επιφορτισμένη να διαμορφώσει προτάσεις για αλλαγές σε όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες οι οποίες θα εντάσσονται σε έναν συνολικό σχεδιασμό, αφού έχουν αξιοποιηθεί, βεβαίως, όλα τα διαθέσιμα οικονομικά και μη οικονομικά μεγέθη και αφού έχει πραγματοποιηθεί ένας ουσιαστικός ευρύς εθνικός και κοινωνικός διάλογος. Το επιθυμητό αποτέλεσμα θα είναι να καταλήξουμε σε μία συνολική μεταρρύθμιση που θα περιβληθεί με τους κατάλληλους νομικούς τύπους για τη συνέχισή της. Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να ανοίξουν όλα τα ζητήματα και να συσχετισθούν μεταξύ τους, όπως για παράδειγμα, είναι η ανοιχτή σε όλους προσχολική εκπαίδευση, το ολοήμερο σχολείο, το διαπολιτισμικό σχολείο, η επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, η δια βίου μάθηση, η ειδική αγωγή, τα βιβλία και τα πανεπιστημιακά συγγράμματα, τα πανεπιστημιακά προγράμματα σπουδών, η χρηματοοικονομική στήριξη ευάλωτων κοινωνικά ομάδων, η απρόσκοπτη πρόσβαση στην έρευνα και η στήριξή της και πολλοί άλλοι καίριοι τομείς. Πρέπει επίσης να δούμε πως η παιδεία θα ανταποκριθεί στις ανάγκες της αγοράς και στις αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Άφησα για το τέλος, τους δυο κρισιμότερους παράγοντες: την εκπαιδευτική κοινότητα και τις υποδομές. Οι εκπαιδευτικοί είναι οι καταλυτικοί παράγοντες για την ορθή υλοποίηση οποιασδήποτε μεταρρύθμισης. Ο ρόλος τους αποκτά ιδιαίτερη σημασία, αν αναλογιστούμε ότι η μόρφωση και η παιδεία που λαμβάνει ένα άτομο εναπόκειται αποκλειστικά σ’ αυτούς. Τι μήνυμα, λοιπόν, τους στέλνει η πολιτεία όταν πριν και πέρα από την κρίση ο μισθός του εκπαιδευτικού σε σύγκριση με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες είναι σημαντικά χαμηλότερος; Όταν δεν απολαμβάνει τον σεβασμό της ίδιας της πολιτείας; Στο ίδιο πλαίσιο, τι μήνυμα στέλνει η πολιτεία όταν οι δείκτες επάρκειας για τις υποδομές σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης μεταβάλλονται προς την αντίθετη από την επιθυμητή κατεύθυνση;
Στον χώρο της Παιδείας δεν μπορούμε να πορευόμαστε άλλο χωρίς πυξίδα. Χωρίς ένα εκπαιδευτικό σύστημα με συνέπειες στη δομή και τους στόχους του, χωρίς οικονομικούς πόρους για την ανάπτυξή του, χωρίς προσανατολισμό στην προσέγγιση των ευρωπαϊκών στόχων. Είναι απαραίτητος ένας δομημένος στρατηγικός σχεδιασμός που θα θεμελιώνεται στην παραδοχή ότι η παιδεία είναι μοχλός ανάπτυξης. Το ίδιο απαραίτητη είναι μια υπεύθυνη και σταθερή διοίκηση. Είναι,λοιπόν, μείζονος σημασίας ο χώρος της παιδείας να μην αντιμετωπίζεται ως αρένα κομματικών αντιπαραθέσεων αλλά ως πεδίο συνθέσεων και ώσμωσης ιδεών.
* O κ. Δημήτρης Κωνσταντόπουλος είναι βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας της Δημοκρατικής Συμπαράταξης.
πηγή